Από «Νησί» σε νησί… Στην Τήνο αυτή τη φορά. Ο ηθοποιός και συγγραφέας Στέλιος Μάινας μας ανοίγει την καρδιά του και μιλά για το έργο που βλέπει κάθε φορά που αντικρίζει την Τήνο.
Ο Στέλιος Μάινας δεν μπαινοβγαίνει με άνεση στους ρόλους. Τον ταλαιπωρούν και τους ταλαιπωρεί, μέχρι να μπει στο πετσί τους… μέχρι ηθοποιός και ήρωας να γίνουν ένα. Μία τέτοιου είδους -ευχάριστη για όλους εμάς- ταλαιπωρία βιώνει κάθε φορά που καλείται να υποδυθεί έναν τηλεοπτικό ή θεατρικό χαρακτήρα∙ διόλου απλό: «Όσο εύκολο είναι να αλλάζεις ένα κοστούμι που φοράς πολύ καιρό και το έχεις συνηθίσει, που σου αρέσει κι επιπλέον σου πάει, άλλο τόσο εύκολη είναι και η εναλλαγή ρόλων. Πάντα υπάρχει ένα στάδιο προσαρμογής». Αυτόν τον καιρό, ο Στέλιος Μάινας «πειραματίζεται» με τη Δήμητρα Ματσούκα σε μια «Πορνογραφική σχέση» στο θέατρο Αθηνών, έχοντας βγάλει από πάνω του το κουστούμι «Νησί».
Η Σπιναλόγκα της μικρής οθόνης που καθήλωσε εκατομμύρια Ελλήνων και σάρωσε κάθε προηγούμενο ρεκόρ τηλεθέασης απέδειξε, σύμφωνα με τον Στέλιο Μάινα, ότι μπορούμε: «Το “Νησί” ήταν μια ξεχωριστή στιγμή στην πορεία μου, όχι μόνο για το εξαιρετικό αποτέλεσμά του, αλλά κυρίως γιατί απέδειξε πως εμείς, οι Έλληνες, όταν θελήσουμε και βρεθούμε κάτω από τις δεδομένες συνθήκες, μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Το “Νησί” μας απέδειξε πως δεν είμαστε οι άχρηστοι που θα ήθελαν να είμαστε, πως δεν είμαστε οι τεμπέληδες που θα τους βόλευε. Απέδειξε ότι μπορούμε».
Ο ρόλος που τον απογείωσε, αυτός του βαρκάρη που μετέφερε τους λεπρούς στη Σπιναλόγκα, προέκυψε μετά από δοκιμαστικά: «Ο σκηνοθέτης με το επιτελείο του είχαν προετοιμάσει το casting της σειράς. Μεταξύ άλλων, μου πρότειναν και το ρόλο του Γιώργη Πετράκη. Αρχικά, μου ανέφεραν πως με σκέφτονταν για κάποιον άλλο ήρωα, όμως εγώ επέμεινα και, όπως είδατε, έπαιξα τον Γιώργη». Όσο για τη μεγάλη επιτυχία που γνώρισε, τη διαχειρίστηκε με σύνεση: «ο καλλιτέχνης μπορεί να μην υποψιάζεται την επιτυχία. Ομολογώ πως δεν φανταζόμουν τέτοια καθολική και σύσσωμη αποδοχή. Ξέρετε, από τη μια χαίρεσαι, από την άλλη όμως οφείλεις να παίρνεις αποστάσεις, γιατί με τέτοια μεγέθη αναγνώρισης, κινδυνεύεις να χάσεις το μέτρο».
Σε ένα άλλο νησί
Συνειδητοποιημένος, απλός και ευγενέστατος, περνά σε ένα άλλο νησί∙ την Τήνο. Αρχίζει να ξεδιπλώνει τη σχέση του με τον αγαπημένο του προορισμό, φέρνοντας στο μυαλό του εικόνες από το κυκλαδονήσι που πρωταντίκρισε τριάντα περίπου χρόνια πριν: «Από την Τήνο κατάγονται αρκετοί φίλοι μου. Άλλωστε κι εγώ γεννήθηκα λίγο πιο μακριά, στην Ερμούπολη της Σύρου. Η μητέρα μου, πάλι, γεννήθηκε στην Αντίπαρο, έτσι ξέρω τί σημαίνει Κυκλάδες και Κυκλαδίτης.
Όταν πρωτοήρθα στην Τήνο το 1978, εκδρομή με ένα αντίσκηνο στον Πύργο (με συγκινούσε και εξακολουθεί να με συγκινεί το χωριό του Γιαννούλη Χαλεπά), μου είχαν κάνει εντύπωση οι καλλιεργημένες πεζούλες, τα αμπέλια που κρέμονταν στις πλαγιές, η πέτρα που είχε σκαφτεί για να γίνει έδαφος προς αξιοποίηση… Με είχε εντυπωσιάσει το γεγονός πως οι άνθρωποι πάλευαν με τη γη τους, την αγαπούσαν… Το περασμένο καλοκαίρι ήρθα και στενοχωρήθηκα που αντίκρισα εγκαταλελειμμένους αγρούς. Μάλλον ο τουρισμός φταίει»…
Τι άλλο λατρεύει ο Στέλιος Μάινας στην Τήνο; Τους ανθρώπους, την κουζίνα της, μα προπάντων το μέτρο της: «Οι Τήνιοι και οι Κυκλαδίτες γενικότερα, είναι πολύ φιλόξενοι. Πάντα ακούς έναν καλό λόγο. Βέβαια, εγώ δεν είμαι το μέτρο, αλλά απ’ όσο θυμάμαι, όταν ήμουν νέος είχα μείνει στη Χώρα, στο σαλόνι μιας νοικοκυράς που μας φιλοξένησε. Μου θύμιζε τη μάνα μου, με την περιποίηση και τη διακριτικότητά της, στοιχεία που χαρακτηρίζουν εμάς τους νησιώτες… Δεν ήμουν τουρίστας, ήμουν “μουσαφίρης”. Τώρα, η κουζίνα στον φτωχό τόπο, θα είναι ανάλογη. Μου αρέσει αυτό… Απλά πράγματα… Στις Κυκλάδες, όλα είναι στο μέγεθος των ανθρώπων∙ ένα μικρό αυλιδάκι, ένα καμαράκι κι ένας τεράστιος ουρανός, που λέει κι ο ποιητής. Ο άνθρωπος δεν χρειάζεται περισσότερα για να ζήσει».
Του ζητώ να θυμηθεί όμορφες στιγμές από τα βιώματά του όλα αυτά τα χρόνια και όντως, γυρίζει πίσω στο χρόνο και συνειδητοποιεί γιατί λατρεύει την Τήνο:
«Είναι ένα κομμάτι από τον δικό μου τόπο, τον στεγνό τόπο, τον κακοτράχαλο, τον άνυδρο. Ξέρετε, το ψαθάκι στο κεφάλι για τον αυγουστιάτικο ήλιο και το ντρίλινο παντελόνι αποτελούν και δικές μου μνήμες. Η μυρωδιά του θυμαριού και ο ήχος του αέρα στα στενά της Μυκόνου μου είναι πολύ οικεία, το γλυφό νερό που πίναμε παιδιά τα καλοκαίρια απ’τα σταμνιά, μου είναι άκρως αναγνωρίσιμο. Η Τήνος έχει μια αγριάδα και μια ηρεμία, μια αντιφατικότητα που ταιριάζει στην ψυχοσύνθεσή μου. Δεν έχει βιτρίνα τουριστικού προορισμού και για πολλά χρόνια κατόρθωνε να κρατά τους αδαείς μακριά μ’αυτό της το προκάλυμμα. Μεγάλη υπόθεση… Μ’αυτόν τον τρόπο σώθηκε η αυθεντικότητά της. Ανεβαίνω στα ορεινά χωριά της και εντυπωσιάζομαι. Έχουμε τόσο όμορφη πατρίδα και είμαστε πολύ τυχεροί που κληρονομήσαμε έναν τέτοιο τόπο. Θα είμαστε αχάριστοι αν δεν τον σεβαστούμε»…
Περί τεχνών
Καλλιτέχνης ο ίδιος, ο Στέλιος Μάινας αντιλαμβάνεται γιατί η Τήνος αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την προώθηση του πολιτισμού: «Είναι το νησί των εικαστικών. Ε, βέβαια, με τέτοια φύση πώς να μην είναι… Η οξόπετρα είναι συγκλονιστικό σκηνικό! Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως σπουδαίοι καλλιτέχνες, όπως ο Τσόκλης, έχουν κάνει το νησί τόπο δημιουργίας τους. Ξέρω, επίσης, πως τα τελευταία χρόνια διοργανώνουν ένα καταπληκτικό φεστιβάλ. Είδα το πρόγραμμα των εκδηλώσεων πέρυσι το καλοκαίρι και εντυπωσιάστηκα… Δεν περίμενα τίποτα λιγότερο»…