Μουσείο Μαρμαροτεχνίας

Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς

Ένας θεσμός που εμπλουτίζει το πολιτιστικό γίγνεσθαι

Το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας στον Πύργο της Τήνου κινείται ανάμεσα στο τεχνολογικό και το ιστορικό πλαίσιο, πάντα με πρωταρχικό σημείο αναφοράς την Τήνο. Οι αναγωγές στον χώρο και τον χρόνο συνδέουν την τοπική παράδοση με τον ευρύτερο Ελληνισμό, καταδεικνύοντας τη διαχρονικότητα των τεχνικών από την αρχαιότητα έως σήμερα.

Στο μουσείο παρουσιάζεται η τεχνολογία του μαρμάρου, υλικού που κατέχει ιδιαίτερη θέση στην αρχιτεκτονική και την τέχνη της Ελλάδας από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας, και περιγράφεται αναλυτικά το πλέγμα εργαλειακού εξοπλισμού και τεχνικών. Παράλληλα, με την έμφαση που δίνεται στην προβιομηχανική και πρωτοβιομηχανική Τήνο, το σημαντικότερο νεοελληνικό κέντρο μαρμαροτεχνίας, αναδεικνύεται το κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο στο οποίο αναπτύχθηκαν τα τοπικά εργαστήρια. Ακόμα και σήμερα, όμως, το μάρμαρο συμβάλλει στην ενίσχυση του νησιού. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Ανδρέας Λαπούρτας, υπεύθυνος του Μουσείου Μαρμαροτεχνίας και στέλεχος της Υπηρεσίας Μουσείων του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (ΠΙΟΠ):

Η οικονομική ενίσχυση της Τήνου, συμπεριλαμβανομένης της τουριστικής, είναι πλέον πρόδηλη σε όλους. Έπειτα από οκτώ χρόνια λειτουργίας, το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας έχει καθιερωθεί ως ένας από τους κορυφαίους προορισμούς του νησιού, παρά την απομακρυσμένη θέση του. Ο αριθμός των επισκεπτών ολοένα αυξάνεται. Επιπλέον, ας μην ξεχνάμε ότι το προσωπικό του Μουσείου προέρχεται από την τοπική κοινωνία, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι συνεργάτες. Επίσης, όλες οι δράσεις που υλοποιούνται στο Μουσείο, όπως και η ανελλιπής συμμετοχή σε ελληνικούς ή διεθνείς εορτασμούς, καλλιεργούν θεσμούς που εμπλουτίζουν το πολιτιστικό γίγνεσθαι και διευρύνουν τους ορίζοντες της Τήνου. Έτσι, το Μουσείο αποτελεί, εκτός από κιβωτό της τηνιακής μαρμαροτεχνίας, και όχημα που κάνει γνωστή την πολιτιστική κληρονομιά του νησιού στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Η μόνιμη έκθεση περιλαμβάνει ποικίλα, κοσμικά και εκκλησιαστικά, επιτύμβια και καθημερινής χρήσης, πρωτότυπα έργα σε μάρμαρο (υπέρθυρα, κρήνες, οικόσημα, φουρούσια, προσκυνητάρια, γουδιά, κ.ά.), πήλινα προπλάσματα και γύψινα αντίγραφα, εργαλεία λατόμευσης και μαρμαροτεχνίας, μηχανολογικό εξοπλισμό, αρχειακό υλικό, καθώς και την πλουσιότερη συλλογή σχεδίων παλαιών μαρμαρογλυπτών που υπάρχει στην Ελλάδα.

Αυτός ο αξιοσημείωτος αριθμός αυθεντικών αντικειμένων συγκεντρώθηκε χάρη κυρίως στην ευαισθητοποίηση ιδιωτών αλλά και φορέων, οι οποίοι τα δώρισαν ή τα παραχώρησαν στο ΠΙΟΠ. Σε συνδυασμό, εξάλλου, με τις αλληλένδετες αναπαραστάσεις λατομείου, εργαστηρίου μαρμαροτεχνίας και συναρμογής δεσποτικού θρόνου, οι επισκέπτες έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν παραδοσιακές τεχνικές και διαδικασίες που αφορούν την εξόρυξη, την πρώτη επεξεργασία και μεταφορά του μαρμάρου, καθώς και τη μορφοποίηση και τοποθέτηση μιας κατασκευής· με άλλα λόγια, όλη τη διαδρομή από την πρώτη ύλη έως το ολοκληρωμένο έργο.

Οι ντόπιοι φαίνεται πως έχουν αγκαλιάσει και στηρίζουν τη λειτουργία του Μουσείου. Σύμφωνα με την κ. Νάντια Γκρίντζαλη, τοπικό διαχειριστή του Μουσείου: Οι ντόπιοι θεωρούν το Μουσείο κομμάτι της καθημερινότητάς τους και το αποδεικνύουν έμπρακτα με τις επαναλαμβανόμενες επισκέψεις τους σε αυτό, με τη συμμετοχή τους στις εκδηλώσεις, αλλά και με τη συνεχιζόμενη προσφορά τους στον εμπλουτισμό των συλλογών του. Αισθανόμαστε ότι η αγάπη τους είναι πλέον δεδομένη, και αυτή είναι η μεγαλύτερή μας ικανοποίηση.

Είναι γεγονός ότι το ΠΙΟΠ στηρίζει δράσεις εντός και εκτός του Μουσείου που σχετίζονται με την εν γένει δημιουργία του τόπου, καλλιτεχνική και μη. Μείζονος σημασίας είναι η συνέργεια με τοπικούς φορείς, καθώς και με την εκπαιδευτική κοινότητα όλων των βαθμίδων, με σκοπό την από κοινού εκπόνηση δράσεων. Η περσινή πανελλήνια πρωτιά του Δημοτικού Σχολείου του Πύργου, με τη μικρού μήκους ταινία «Στα χνάρια του σχολείου μας», πρόσφερε χαρά και κατέδειξε τις προοπτικές που υπάρχουν. Ταυτόχρονα, αφουγκραζόμαστε, αξιολογούμε και στηρίζουμε ανάγκες της τοπικής κοινωνίας που δεν έχουν να κάνουν αυστηρά και μόνο με τη θεματική του Μουσείου.

Σταχυολογώ δυο παραδείγματα:

την Ορχήστρα Φίλων του Μουσείου Μαρμαροτεχνίας, που εδώ και τρία χρόνια, υπό την καθοδήγηση του συνθέτη Γιώργου Κουμεντάκη, συνενώνει και αναδεικνύει το πλούσιο μουσικό δυναμικό της Τήνου, αλλά και το πολυμελές συγκρότημα παραδοσιακών χορών. Η δέσμευση και ο ενθουσιασμός όσων συμμετέχουν, το καλό τελικό αποτέλεσμα, η μεγάλη απήχηση αυτών των πρωτοβουλιών, αποτελούν εχέγγυα για τη συνέχισή τους, τονίζει ο κ. Λαπούρτας. Για το ίδιο θέμα, ο τοπικός διαχειριστής του Μουσείου, κ. Γιάννης Μιχαήλ, διασαφηνίζει: Η συνεργασία είναι το κλειδί. Έχουν δημιουργηθεί σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης, κοινών δράσεων και αλληλοϋποστήριξης με αρκετούς φορείς του τόπου. Λόγω εντοπιότητας υπάρχει ίσως μεγαλύτερη ευαισθησία. Το ΠΙΟΠ στηρίζει και άλλες δράσεις ή πρωτοβουλίες, εκτός από την Ορχήστρα και το συγκρότημα παραδοσιακών χορών, συμβάλλοντας έτσι στην κοινωνική συνοχή, και όχι μόνο, σε δύσκολους καιρούς.

Το μάρμαρο κατέχει ξεχωριστή θέση στην ελληνική τέχνη και αρχιτεκτονική. Λίθος που «μαρμαίρει» (λαμπυρίζει) στο φως του ήλιου, ξεκίνησε ως πρώτη ύλη από την ευρύτερη περιοχή των Κυκλάδων, με τα γνωστά έργα της 3ης χιλιετίας π.Χ. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, δηλαδή το βάρος, ο όγκος, η αντοχή, η στιλπνότητα και η διάρκεια, καθιέρωσαν το μάρμαρο ως το κατεξοχήν μνημειακό υλικό για έργα τέχνης, από την αρχαιοελληνική αρχιτεκτονική και γλυπτική έως το βυζαντινό διακοσμητικό ανάγλυφο, από τη λαϊκή μαρμαρογλυπτική έως τον Νεοκλασικισμό και τους γλύπτες των δύο τελευταίων αιώνων.

Το σημαντικότερο νεοελληνικό κέντρο μαρμαροτεχνίας υπήρξε η Τήνος, και ειδικότερα τα Έξω Μέρη, περιοχή με έδαφος άγονο, πλούσιο όμως σε μάρμαρο (λευκό, γκρίζο, πράσινο) και με πολλά λατομεία. Η τέχνη εδώ περνά από πατέρα σε γιο, αναδεικνύοντας σπουδαίους μαρμαράδες και, στην εξέλιξή της, επώνυμους καλλιτέχνες, που άφησαν τη σφραγίδα της σμίλης τους σε όλη την Ελλάδα, αλλά και στη Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη, τη Ρουμανία, τη νότια Ρωσία, την Αίγυπτο. Η μαρμαρογλυπτική είναι αναπόσπαστο κομμάτι της τηνιακής κουλτούρας και παράδοσης. Το Μουσείο, που βρίσκεται στον Πύργο, εκεί δηλαδή όπου γεννήθηκαν και δημιούργησαν σπουδαίοι εκπρόσωποι της τέχνης του μαρμάρου, βοηθάει ώστε η μνήμη τους να μένει ζωντανή. Εκτός αυτού, το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας «αγκαλιάζει» και προβάλλει το έργο νέων καλλιτεχνών, οργανώνοντας ή/και φιλοξενώντας περιοδικές εκθέσεις στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, επισημαίνουν η κ. Μάγδα Δελλατόλα και η κ. Κατερίνα Λαμέρα, υπάλληλοι του Μουσείου.

Οι μαρμαροτεχνίτες της Τήνου

Τα εργαστήρια των μαρμαράδων ήταν απλά και συχνά μικρού μεγέθους, ανάλογα με τον διαθέσιμο οικογενειακό χώρο. Στεγάζονταν σε κατώγια σπιτιών και σε ισόγεια μαγαζιά· κάποτε όμως –προκειμένου, μάλιστα, για μεμονωμένους μαστόρους– αρκούσε και ένα βοηθητικό κτίσμα, όπως μια καταστέγα στο λατομείο ή ένας ανεμόμυλος. Συνηθισμένος τύπος εργαστηρίου ήταν και ο ημιυπαίθριος, η λεγόμενη παράγκα, κατασκευασμένος από ξύλινο σκελετό και κλαδιά πικροδάφνης. Στα μεγαλύτερα εργαστήρια φρόντιζαν για τον κατάλληλο φωτισμό, με μεγάλα παράθυρα, καθώς και για την ύπαρξη υπαίθριων χώρων, όπου εναπέθεταν όγκους και κατεργασμένα μάρμαρα.

Πριν ξεκινήσουν να δουλεύουν μια παραγγελία, οι τεχνίτες διαλέγουν το κατάλληλο υλικό και προχωρούν σταδιακά στην επεξεργασία του. Για τον γλυπτό διάκοσμο χρησιμοποιούν ως οδηγούς σχέδια, φόρμες, καθώς και γύψινα αντίγραφα. Αρχικά σχεδιάζονται και χαράζονται στο μάρμαρο οι κύριες κατασκευαστικές γραμμές (σημάδεμα). Εν συνεχεία, αφαιρείται το άπεργο (ξεβελόνισμα), διαμορφώνονται οι ακμές, στρώνεται η εσωτερική επιφάνεια του μαρμάρου. Τα διακοσμητικά θέματα σχεδιάζονται με μολύβι ή χαράζονται απευθείας στο μάρμαρο, με τη βοήθεια γεωμετρικών οργάνων ή και ελεύθερα. Για επαναλαμβανόμενο διάκοσμο χρησιμοποιούνται σχεδιαστικές φόρμες. Οι τεχνίτες σκαλίζουν είτε το ίδιο το θέμα (εσώγλυφο), είτε το φόντο (εξώγλυφο). Οι επιφάνειες που θα παραμείνουν ασκάλιστες λειαίνονται (τρίψιμο), και μερικές φορές στιλβώνονται.

Τα εργαστήρια μαρμαροτεχνίας έχουν συνήθως οικογενειακό χαρακτήρα. Η σύνθεση του προσωπικού ακολουθεί προσδιορισμένη ιεραρχία. Ιδιαίτερα στα παλαιότερα χρόνια, υπήρχαν τρεις κύριες βαθμίδες τεχνιτών: ο ιδιοκτήτης (αφεντικό, πρωτομάστορης), οι μαστόροι, και οι μαθητευόμενοι (παραγιοί). Οι μαστόροι αμείβονταν με μεροκάματο, ανάλογα με την πείρα τους και μετην παραγωγικότητά τους, ενώ οι παραγιοί μάθαιναν την τέχνη χωρίς χρηματική αμοιβή, με εξαίρεση ίσως κάποιο δώρο ή χαρτζιλίκι. Ενδιάμεση βαθμίδα αποτελούσαν τα λεγόμενα μαστοράκια, βοηθοί σε δεύτερο στάδιο μαθητείας, με αμοιβή είτε χαμηλότερη από εκείνη του μάστορη, είτε με το κομμάτι. Συμπληρωματικές ειδικότητες, σπανιότερα αυτοτελείς, μαρτυρούνται εκείνες τουσχεδιαστή, του τρίφτη και του λουστραδόρου.

Οι τεχνίτες σχημάτιζαν επίσης κομπανίες, δηλαδή συνεργεία, που συγκροτούνταν για συγκεκριμένο έργο και εργάζονταν στον τόπο της παραγγελίας. Γνωστές πρακτικές ήταν και η συνεργασία μεταξύ εργαστηρίων ή ο επιμερισμός ενός έργου με υπεργολαβίες. Μεμονωμένοι μαστόροι δούλευαν ευκαιριακά σε λατομεία και εργαστήρια, σε κομπανίες ή και μόνοι τους ως πλανόδιοι, αναλαμβάνοντας μικρές παραγγελίες.

Ανάλογη με το κύρος του εργαστηρίου ήταν η φήμη και η κοινωνική καταξίωση των μαστόρων στους κόλπους της τοπικής, αλλά και της ευρύτερης επαγγελματικής ομάδας. Οι ιδιοκτήτες εργαστηρίων ανήκαν στην άρχουσα τάξη και συχνά συμμετείχαν στα κοινά. Η μαστοροσύνη αποτελούσε το κοινωνικό και επαγγελματικό πρότυπο των παιδιών, που από πολύ μικρά ασκούνταν, ακόμα και με μια πέτρα κι ένα καρφί, σκαλίζοντας τις μαρμαρόπλακες των δρόμων. Τέτοια χαράγματα μπορούμε να δούμε στο μουσείο, και πολύ περισσότερο στους δρόμους του χωριού.

Τον 19ο αιώνα, η κυρίαρχη θέση του μαρμάρου στην οικοδόμηση της νέας πρωτεύουσας και άλλων πόλεων έστρεψε γρήγορα τους μαρμαράδες της Τήνου προς τη νέα αγορά. Στην Αθήνα, Τηνιακοί εργάζονταν ήδη από τη δεκαετία του 1830 στα λατομεία της Πεντέλης και στην οικοδόμηση των Ανακτόρων. Παράλληλα, ίδρυσαν μεγάλα εργαστήρια, όπως των αδελφών Μαλακατέ και του πατέρα τους, Πέτρου («Ερμογλυφείον», Σταδίου και Κοραή, περίπου 1835), του Γιαννούλη Βιδάλη ή Φυτάλη και του γιου του, Ιωάννη (περίπου 1840), των τριών άλλων αδελφών Φυτάλη, Γιώργου, Λάζαρου και Μάρκου («Ανδριαντοποιείον», οδός Ακαδημίας, στη Ζωοδόχο Πηγή, 1858), του Κοσμά Απέργη και του μεγαλύτερου αδελφού του, Γιώργου (δεκαετία 1860), και πολλών άλλων αργότερα.

Σύντομα δημιουργήθηκε στην Αθήνα ένα ισχυρό δευτερογενές κέντρο, που λειτουργούσε σε συνάρτηση με εκείνα του νησιού. Η αξιοθαύμαστη προσαρμογή των τηνιακών μαρμαράδων στην ακρίβεια της εργασίας που απαιτούσε ο Νεοκλασικισμός και στην ανάγνωση των αρχιτεκτονικών σχεδίων μπορεί να αποδοθεί στη σωρευμένη τεχνική εμπειρία τους. Στην Αθήνα και σε άλλες ελληνικές πόλεις (Πειραιάς, Ερμούπολη, Πάτρα, Τρίπολη, Πύργος Ηλείας, Καλαμάτα, Χαλκίδα, Λάρισα, Μεσολόγγι, Αγρίνιο, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Χίος, Σάμος, Ρόδος), όπου δούλεψαν ή εγκαταστάθηκαν, οι τηνιακοί μαρμαράδες άφησαν τη σφραγίδα τους στα νεοκλασικά μέγαρα, στις εκκλησίες, στα κοιμητήρια, στα αναστηλωμένα αρχαία μνημεία. Από τους ίδιους και τους απογόνους τους προήλθαν μεγάλα ονόματα της νεοελληνικής γλυπτικής.

*Το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας ανήκει στο Δίκτυο θεματικών τεχνολογικών Μουσείων του ΠΙΟΠ. Για τη δημιουργία του μουσείου, η Κοινότητα Πανόρμου Τήνου παραχώρησε τη χρήση του χώρου στο Ίδρυμα. Το έργο εντάχθηκε στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Νοτίου Αιγαίου 2000-2006 και χρηματοδοτήθηκε από το Γ΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και από την Τράπεζα Πειραιώς.
**Στοιχεία για το παρόν κείμενο προέρχονται από το βιβλίο «Δίκτυο Μουσείων του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς. Κρατώντας ζωντανή την παραγωγική ιστορία του τόπου» (εκδόσεις ΠΙΟΠ, Αθήνα 2014).

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Διεύθυνση

Πύργος, Πάνορμος
Τήνος, 84201, Ελλάδα

Τηλέφωνο

Website

Τιμές Εισητηρίου

Γενική είσοδος: € 3
Μειωμένο: € 1,50

Ωράριο Λειτουργίας

Καθημερινά, εκτός από την Τρίτη
01.03 έως 15.10: 10:00-18:00
16.10 έως 28.02: 10:00-17:00
Κλειστό: 01.01, Μ. Παρασκευή (έως τις 12:00), Κυριακή του Πάσχα, 01.05, 15.08, 06.12, 25-26.12

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΚΑΙ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΕΠΙΣΚΕΠΤΩΝ

Το Μουσείο απέχει 26 χλμ. από τη Χώρα Τήνου. Διαθέτει χώρο στάθμευσης Ι.Χ. αυτοκινήτων και λεωφορείων, αναψυκτήριο, καθώς και πωλητήριο (ανοιχτά τις ώρες λειτουργίας του Μουσείου).
Για την καλύτερη εξυπηρέτηση ομάδων επισκεπτών, είναι σκόπιμο να έχει προηγηθεί συνεννόηση με το Μουσείο.

Το κτήριο του Μουσείου και η έκθεση είναι προσβάσιμα από άτομα με αναπηρία, η είσοδος για τα οποία είναι ελεύθερη.

Για ομαδικές επισκέψεις, είναι απαραίτητη η προσυνεννόηση με το Μουσείο.

Επιτρέπεται η ερασιτεχνική φωτογράφιση ή βιντεοσκόπηση.

Έπειτα από συνεννόηση, στο Μουσείο οργανώνονται επιδείξεις επεξεργασίας μαρμάρου για το κοινό.

TOP